Χαιρετισμοί εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον την Καλούμενην Ακένωτον Ποτήριον
Κυρ Ιουν 23, 2019 12:11 pm
Χαιρετισμοί εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον την Καλούμενην «Ακένωτον Ποτήριον»
Ποίημα Καθηγούμενης Ίσιδώρας Μοναχής Άγιεροθείτίσσης.
Άπολυτίκιον. Ήχος πλ. δ'. Τό προσταχθέν...
Ο συσχεθεις έν δεινοΐς, κακοΐς τής μέθης, καί έν δεσμοϊς τοις σκολιοΐς, συμπεφυρμένος, τή σεπτή σου είκόνι δάκρυσι προσπίπτω Παρθένε Θεοκυήτορ καί έκβοώ, ώς πάλαι ήλευθερώσω εκ των δεσμών. Τών τής μέθης τον Στέφανον, έκ ταύτης δεΐξον κάμέ, ελεύθερον του κράζειν σου Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ'. Tη Ύπερμάχω...
Τοΰ ’Ακένωτου Ποτηριού σου τα θαύματα, και τών άμέτρων άγαθών σου τα δωρήματα, διηγούμενοι οι δοϋλοι σου καθ’ έκάστην άνυμνοΰμεν την ίσχύν σου την άνίκητον, διασώζεις γάρ έκ μέθης και καπνίσματος, τούς βοώντας σου χαΐρε νάμα άκένωτον.
ΟΙ οίκοι.
Αδομέν Σοι τον ύμνον Θεοτόκε Παρθένε καί την Σήν προσκυνοϋμεν εικόνα, (έκ γ') (Ύπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς) την κληθεΐσαν Άκένωτον Ποτήριον καί ταύτην εύλαβώς περιπτυσσόμενοι άναβοώμεν Σοι ταύτα
Χαΐρε τό νάμα τής εύσπλαγχνίας·
χαΐρε τό πόμα τής άληθείας.
Χαΐρε δωρεών άκενώτων θησαύρισμα
χαΐρε αγαθών ούρανίων τό πλήρωμα.
Χαΐρε τών πολεμουμένων ή ανίκητος ισχύς
χαΐρε τών άδικουμένων άκαταίσχυντος ελπίς.
Χαΐρε έκ παθών παντοίων τούς σούς δούλους λυτρουμένη
χαΐρε έκ δεσμών τής μέθης σούς ίκέτας ρυομένη.
Χαΐρε ότι διασώζεις τούς πιστούς έκ πειρασμών
χαΐρε ότι έπακούεις τών δεήσεων ημών.
Χαΐρε Δέσποινα τού κόσμου, Ούρανοΰ καί γης Κυρία
χαΐρε τών άπηλπισμένων ή χαρά και θυμηδία.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Βάρους τών έγκλημάτων καί φορτίου πταισμάτων, λυτροΰσαι τούς Σούς δούλους Παρθένε καί ώς Άκένωτον Ποτήριον ζωής, εύφραίνεις πάντας καί χαροποιείς τούς πάσχοντας· διό προς Σέ έλπίζοντες οί δούλοι Σου βοώμεν τώ Σωτήρυ
’Αλληλούια.
Γέμουσιν άρωμάτων Σου τά πάνσεπτα χείλη, 'Αγνή Θεοκυήτορ Μαρία, τον Υιόν Σου καί Θεόν των όλων άσπασάμενα καί άγκάλαις Μητρικαΐς Αύτόν βαστάσασα, έκχέεις πάσιν δαψιλώς ιάματα, τοϊς πόθω τε Σοι μέλπουσι ταΰτα
Χαΐρε ό πλούτος των πτωχευόντων
χαΐρε ό άρτος πενητευόντων.
Χαΐρε ελεημοσύνης ή ακένωτος πηγή·
χαΐρε τής άγαθωσύνης ή άστείρευτος ροή.
Χαΐρε τάς επαναστάσεις των παθών ή χαλινοΰσα
χαΐρε τούς άπό τής μέθης παρειμένους άνορθοΰσα.
Χαΐρε αύρα άπηχοΰσα των Αγγέλων τάς ωδάς·
χαΐρε λύρα μελωδούσα ουρανίους έπωδάς.
Χαΐρε ότι έπιχέεις τού ελέους σου την χάριν
χαΐρε ότι επιστρέφεις ολισθαίνοντας έκ πλάνης.
Χαΐρε των άμαρτανόντων ιλαρός εγγυητής
χαΐρε των μετανοούντων σύμμαχος ό ευμενής.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Δάκρυσι καί κλαθμοΐς τε Σή είκόνι προσήλθεν, Στέφανος ό μέθυσος πρώην καί εύθύς υγιής τε κατέστη. Διό καί ήμών μη παρίδης δακρύων καί κλαυθμών ικεσίας Πάναγνε, άλλ’ ίάτρευσον πάντας τή μεσιτεία Σου, τούς βοωντας τώ Σώ Υίώ καί Θεώ ημών
Αλληλούια.
΄Έχομεν Σήν εικόνα Θεοτόκε Παρθένε πλούτον και τιμήν αφθαρσίας· καί ώς Άκένωτον Ποτήριον κληθεϊσα άληθώς, έκβλύζεις πάσιν νάματα σωτήρια, τοϊς πόθω τε καί πίστει προσκυνοΰσιν Αύτήν καί έκβοώσιν
Χαΐρε Ποτήριον εύσπλαγχνίας·
χαΐρε τεκμήριον κοινωνίας.
Χαΐρε στολή τής αφθαρσίας λαμπρότευκτος·
χαΐρε πηγή τής άπαθείας χρυσόμορφος.
Χαΐρε ζάλην ή σοβούσα ταΐς φρεσί ναρκομανών
χαΐρε δρόσον ή ποιούσα ταΐς ψυχαΐς των ευσεβών.
Χαΐρε ή τών καπνιζόντων λύουσα τήν άφροσύνην
χαΐρε ή τών μεθυόντων παύουσα παραφροσύνην.
Χαΐρε ή ευεργετούσα τούς σούς δούλους εύμαρώς·
χαΐρε ή χειραγωγούσα τούς τυφλώττοντας προς φώς.
Χαΐρε τής ζωής τό μέγα καί πανασφαλές ταμεΐον
χαΐρε τών καλών τό θειον καί ύπέρκαλλον δοχεΐον.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Ζόφωσιν τήν έχθίστην τής άθλιας άγνοιας, Στέφανος ό μέθυσος έσχεν καί προσελθών τώ άδύτω φωτί τής γνώσεως, προσπίπτων τή θεία Σου είκόνι εύλαβώς, τήν χάριν έξαιτήσατο, ήν έλαβεν ψάλλων
’Αλληλούια.
΄Ηδιστον τό Σόν κάλλος, θαυμαστή ή τιμή Σου καί ή δόξα Σου ώσαύτως μεγίστη. Τής άγάπης τής Σής τό Ποτήριον, άκενώτως πηγάζει τό θειον έλεος και προχέεις αύτό άνεξάντλητον, πάσι τοΐς προς Σε καταφεύγουσιν και έκβοώσιν ταϋτα
Χαΐρε ή άληκτος άγαθότης
χαΐρε μητρώας στοργής χρηστότης.
Χαΐρε Τράπεζα το μάννα τής ζωής ή χορηγούσα
χαΐρε στάχυν ζωηφόρον ένδον σου άρτοποιοΰσα.
Χαΐρε κλίμαξ ή ύψοΰσα άπό γής προς ουρανούς
χαΐρε γέφυρα ένοϋσα τω Θεω αμαρτωλούς.
Χαΐρε παρειμένους πόδας μεθυόντων άνορθοΰσα
χαΐρε καπνιζόντων πάθος τό δεινόν ή άφαιροϋσα.
Χαΐρε ρείθρον τού ελέους ταίς ψυχαΐς πληρωτικόν
χαΐρε μύρον Ποτηριού άκενώτου θαυμαστόν.
Χαΐρε τής έμής καρδίας ή καλλίστη προσδοκία
χαΐρε των κινδυνευόντων ή βεβαία προστασία.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Θάμβους πεπληρωμένοι Παναγία Παρθένε, την θείαν Σου εικόνα όρώμεν. Έξ αύτής γάρ, πηγάζει θαυμάτων τό πέλαγος και ώς τής χάριτος Ποτήριον Άκένωτον, λυτροϋσαι έξαρτήσεων πάντας τούς βοώντας
Άλληλούϊα.
Ιλέων Παναγία ποίησον τον Δεσπότην, δεόμεθα εύχαΐς μητρικαΐς Σου, τοΐς πίστει Σοι Σεμνή καταφεύγουσιν και πόθω εύλαβώς προσκυνοΰσιν τό Σόν έκτυπον. Προς ο έστώτες ψάλλομεν χρεωστικώς τοιαϋτα
Χαΐρε το πέλαγος τής αγάπης·
χαΐρε ό έλεγχος τής άπατης.
Χαΐρε κάλλος τής αγνείας παρ’ Άγγέλοις θαυμαστόν
χαΐρε ΰψος παρθενίας παρ’ 'Αγίοις έφετόν.
Χαΐρε ότι τής αρχαίας έλυσας άράς τον πόνον
χαΐρε ότι προτεραίας έφερες χαράς τον τόνον.
Χαΐρε τής δικαιοσύνης ή ολόφωτος αύγή·
χαΐρε τής άγαθωσύνης ή λαμπρά ανατολή.
Χαΐρε μέθην τής άπατης, πανσθενώς ή καταργούσα
χαΐρε ταΐς καρδίαις μέθην άγαθών ή εμποιούσα.
Χαΐρε θείων χαρισμάτων εύωδέστατος λειμών
χαΐρε Πνεύματος 'Αγίου καθαρώτατος νυμφών.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Κράζω Σοι έν ημέρα και νυκτί άδιστάκτως, Παρθένε Θεοτόκε μοι πρόσχες καί έξ Άκενώτου Ποτηριού Σου δίδου μοι τό έλεος, ϊνα έκ μέθης των παθών άνανήψω καί βοώ την ωδήν
’Αλληλούια.
Λόγοι oi τών ρητόρων ούχ άρκοΰσιν ούδόλως, είπεΐν τα τού τόκου Σου θαυμαστά μεγαλεία. Ούδ’ αί γλώσσαι τών κηρύκων Παρθένε Μαρία δύνανται, Άκενώτου Ποτηριού Σου τά θαύματα διηγήσασθαι διό θάμβει συνεχόμενοι οί δούλοι Σου, κατά χρέος Σοι βοώμεν
Χαΐρε θαυμάτων μέγιστον θαύμα
χαΐρε ’Αγγέλων ύψιστον άρμα.
Χαΐρε τής οικονομίας τοϋ Κυρίου ή σφραγίς·
χαΐρε τής κληρονομιάς παραδείσου ή λαβίς.
Χαΐρε μύρου ούρανίου τό άλάβαστρον τό θειον
χαΐρε θείου ποτηριού τό πολύτιμον χωρίον.
Χαΐρε ότι τή χειρί σου άνιστάμεθα έκ μέθης·
χαΐρε ότι τή στοργή σου έγειρόμεθα έκ λήθης.
Χαΐρε τοϋ πικρού θανάτου καθελοϋσα τα δεσμό
χαΐρε τής ναρκομανίας άφελοϋσα τά δεινά.
Χαΐρε νέκταρ ή ποιούσα τής γλυκείας εύλογίας
χαΐρε βότρυν ή διδοϋσα τής χρηστής εύχαριστίας.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Μέγιστον έτελέσθη καί έξαίρετον θαΰμα, έν πόλει τής Ρωσσίας Σερπούγοφ. Ό γάρ έκ μέθης παραλελυμένος Στέφανος, τή θεία Σου Θεοτόκε είκόνι προσπεσών, ζητήσας δε παρά Σοϋ Άκένωτον Ποτήριον την ϊασιν, καί ταύτην λαβών έψαλλε εύγνωμόνως·
’Αλληλούια.
Νάμασι ζωηρρύτοις πότισόν με Παρθένε έξ Ακένωτου Ποτηριού Σου Κόρη, ΐ'να την δίψαν σβέσω τής καρδίας μου καί πλούτον εΰρω χάριτος· ταΐς αΰραις ταύτης δε καλώς οίακιζόμενος, βοώ Σοι όλοψύχως ταΰτα
Χαΐρε τό πέλαγος τής σοφίας·
χαΐρε ή άγκυρα σωτηρίας.
Χαΐρε νέκταρος αγίου ό πληρέστατος κρατήρ·
χαΐρε θείας άμβροσίας ό καλλίμορφος χρωστήρ.
Χαΐρε ότι τώ σώ τόκω έκτεινας τον μέγαν όφιν
χαΐρε ότι λυπουμένοις έδωκας χαράς την όψιν.
Χαΐρε άμπελος κρατούσα ώσπερ κλήμα τον Χριστόν
χαΐρε ή καρποφορούσα οίνον πάνυ γλυκερόν.
Χαΐρε ή των μεθυόντων παύουσα την άκρασίαν
χαΐρε ή των καπνιζόντων λύουσα την δυσμορφίαν.
Χαΐρε ή έν περιστάσει λύουσα τα άλγεινά
χαΐρε ή των αιχμαλώτων διαθλώσα τα δεσμά.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Ξόανα απώλειας και είδωλα αθεΐας, κατέρριψας τω θείω Σου Τόκω. Τής δ’ άπατης τά φυτά ξηράνασα Πανάχραντε, ψυχάς αρδεύεις των πιστών έκάστοτε, έξ’ Ακένωτου Ποτηριού τοϋ έλέους Σου, τοΐς μέλπουσιν ωδήν έξαίρετον
’Αλληλούια.
Όναρ εΐδεν καθ’ ύπνον έν οΐκτρα καταστάσει Στέφανος ό μέθυσος πρώην, και Όσιου Βαρλαάμ την μορφήν τρις έώρα, προστάττοντα αύτόν καί λέγοντα, εις πόλιν Σερπούγοφ μετάβηθι, εικόνα τής Θεοτόκου προσκύνησον την καλουμένην «Άκένωτον Ποτήριον» ϊνα έκ ταύτης άπό τής μέθης λυθής καί βοήσης τή εύλογημένη·
Χαΐρε ή ϊασις των νοσούντων
χαΐρε το σθένος όδοιπορούντων.
Χαΐρε τούς παραπεσόντας ή έγείρουσα ταχύ
χαΐρε ή τούς παρειμένους άνορθοϋσα παρευθύς.
Χαΐρε ή έν ίκεσίαις κεκτημένη παρρησίαν
χαΐρε ή προς τον Δεσπότην έχουσα την μεσιτείαν.
Χαΐρε της έμής καρδίας ή πληρούσα τούς ειρμούς
χαΐρε των καλών μου πόθων ή εύθύνουσα οδούς.
Χαΐρε ύδατος τού ζώντος ή πληρωτική φιάλη
χαΐρε θλίψεως και φόβου ή σκεδάζουσα την ζάλην.
Χαΐρε σκέπη τού λαού σου ισχυρά και ασφαλής
χαΐρε των θελώντων σωθήναι ή οδός ή άκλινής.
Χαΐρε νάμα Άκένωτον.
Πέλαγος εύσπλαχνίας και λιμήν σωτηρίας, Σύ ει Παρθενομήτορ Μαρία. Διό τούς έν πελάγει τοϋ βίου ναυαγούς διάσωσον, καί εις εΰδιον λιμένα τούτους καθοδήγησον, ϊνα έξ Άκενώτου Ποτηριού Σου μεταλαμβάνοντες βοώσι
Άλληλούϊα.
Ρώννυνται οί νοσοϋντες καί κατ’ άμφω ίώνται, οί πάσχοντες δεινώς Θεοτόκε. Τή σεπτή Σου είκόνι προσπίπτοντες, αίτοΰνται εύλαβώς την άνεσιν καί κάθαρσιν φθοράς τής των παθών Ποτήριον ύπάρχεις γάρ Άκένωτον, διό καί κατευφραίνεις τούς βοώντας Σοι ταϋτα
Χαΐρε ή έγερσις πεπτωκότων
χαΐρε άνάστασις τεθνεώτων.
Χαΐρε τοΐς άπεγνωσμένοις έλεος παρεχομένη
χαΐρε τοΐς ήμαρτηκόσιν άφεσιν έργαζομένη.
Χαΐρε βίβλε γεγραμμένη τώ δακτύλιο τοϋ Θεοϋ
χαΐρε έμψυχε νεφέλη Πνεύματος τοϋ Παντουργοϋ.
Χαΐρε τάξεων άΰλων ή χαριεστάτη λύρα
χαΐρε ή τοϋ παραδείσου διανοίξασα την θύραν.
Χαΐρε έαρος τοϋ θείου ή λαμπρή ανατολή·
χαΐρε τής καινής ήμέρας ή ανέσπερος αύγή.
Χαΐρε των σαλευομένων έν δεινοΐς ό μέγας στύλος
χαΐρε άγωνιζομένων άσφαλής καί θείος πύργος.
Χαΐρε νάμα άκένωτον
Ούγχυσιν έκ τής μέθης καί παθών άκρασίαν, Στέφανος ό δύστηνος έσχεν. Άλλα τή θεία Σου εϊκόνι προσελθών, Θεοτόκε Άκένωτον Ποτήριον, άνάνηψιν κτησάμενος καί χαράς άφράστου έμπλησθείς, έβόα
Αλληλούια.
Τάγματα των Αγγέλων ύπερβαίνεις τή δόξη Παρθένε Θεοτόκε Μαρία καί Πλατυτέρα ούρανών ύπάρχουσα, τούς έν κόσμω κειμένους διάσωσον παρέχουσα τής χάριτος ιάματα, είς πάντας τούς προστρέχοντας καί κράζοντας πιστώς Σοι ταΰτα
Χαΐρε εύπρέπεια των Αγγέλων
χαΐρε ή εύκλεια των Δικαίων.
Χαΐρε ό τής παρθενίας καθαρώτατος λειμών
χαΐρε ή τής σωφροσύνης άδιάφθορος εΐκών.
ί Χαΐρε ή επαγγελίας είς τήν γήν καθοδηγούσα
χαΐρε ή παρηγοριάν τής έλπίδος βεβαιοΰσα.
Χαΐρε των παθών σοβούσα τυραννίδα τήν σκληράν
χαΐρε άρετών φορούσα πορφυρίδα τήν λαμπρόν.
Χαΐρε πόδας μεθυσκόντων άνορθοΰσα τή χειρί σου
χαΐρε άλγη καπνιζόντων ή ρωννύουσα στοργή σου.
Χαΐρε ότι εξαλείφεις τών τραυμάτων τάς ούλάς
χαΐρε ότι καταρρίπτεις φάλαγγας δαιμονικός.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
΄Υδατα ζωηφόρα έκ πηγής καθαράς Σου, έκβλύζουσιν άεί Θεοτόκε και ώς Άκένωτον Ποτήριον, εύφροσύνης πλημμυρεϊς τούς είς Σε έλπίζοντας. Αύτήν οΰν και ημείς έκτενώς έκζητοΰντες, βοώμεν τώ Κυρίω
Αλληλούια
Φράττονται των άθεων τα απύλωτα χείλη, όρών των εξαίσιων θαυμάτων Σου τό πλήθος· πιστών δε μεγαλύνονται στόματα, μεγαλεία τα Σά διηγούμενα όθεν μεγαλοφώνως καί ημείς βοώμεν καί λέγομεν άκαταπαύστως Σοι τοιαϋτα
Χαΐρε τό λύτρον τής σωτηρίας
χαΐρε τό λίκνον τής ευδοκίας.
Χαΐρε ή συνυπουργοϋσα τώ Θεώ ύπέρ ήμών
χαΐρε ή εργαζόμενη τοϊς άνθρώποις τό καλόν.
Χαΐρε πύλη μετάνοιας ανοικτή έν άγαθοΐς
χαΐρε τών άμαρτανόντων είσοδος ή εύχερής.
Χαΐρε ότι διορθοΰνται διά σοϋ οί έπταικότες
χαΐρε ότι σή δυνάμει εύρον χάριν οί πεσόντες.
Χαΐρε τών παραπαιόντων έν τή μέθη ίλασμός
χαΐρε τών ταραττομένων έν ταΐς ζάλαις στηριγμός.
Χαΐρε ή τής συμπάθειας καθιστώσα την λυχνίαν
χαΐρε τής σκληροκαρδίας άμαυροΰσα την σκοτίαν.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Χαίρουσι ορθοδόξων τά φιλόχριστα πλήθη, τή σκέπη Σου Παρθένε Μαρία. Ημείς δε κατέχοντες τής Παναγίας Σου μορφής τό θειον έκτυπον, όν καλοϋμεν Άκένωτον Ποτήριον, καί τοϋτο προσκυνοΰντες εύλαβώς, βοώμεν άξιοχρέως
Αλληλούια.
Ψαύοντες Ποτηριού Άκενώτου Σου Κόρη, την άέναον βρύουσαν χάριν, καί χείλεσι καρδίας βοώμεν έκτενώς, χαράς έμπλησον ημάς, καί τής πικρίας τών παθών άπάλλαξον, σωτηρίαν ψυχής καί σώματος δωρουμένη τοΐς βοώσι Σοι ταϋτα
Χαΐρε άλάβαστρον τό ώραΐον
χαΐρε όσφράδιον Βασιλέως.
Χαΐρε Λόγου θεανθρώπου ή ολόφωτος σκηνή·
χαΐρε πνεύματος Αγίου μυροθήκη πιστική.
Χαΐρε ή τών δυστυχούντων ιλαρά παρηγοριά
χαΐρε τών έπαπορούντων ή καλή περιουσία.
Χαΐρε ό τής αφροσύνης έλεγχος καί χαλινός
χαΐρε τών ναρκομανών τε ή πυξίς προς τον Θεόν.
Χαΐρε καπνιστών αισθήσεις ή καλώς μεταποιοϋσα
χαΐρε νήψεως είς όρη ή αύτούς καθοδηγούσα.
Χαΐρε χάριτος ό οίνος ό μεθύων τάς ψυχάς
χαΐρε ή τού παραδείσου ευπροσήγορος παστάς.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Ω πανύμνητε Κόρη, Θεοτόκε Μαρία, Άκένωτον Ποτήριον ουσα (έκ γ') (Ύπεραγία Θεοτόκε σώσον ήμάς) ζωαρχικής πηγής τε κρήνη ή γλυκύροος, εΰφρανον ήμάς δρόσω τού ελέους Σου καί μέθης δεινής, παραισθησιογόνων ούσιών καί τού καπνίσματος άπάλλαξον, ΐνα τό κάλλος τού προσώπου Σου όρώμεν, τό άκατάληπτον και μέλπομεν άξίως τό
’Αλληλούια.
Και πάλιν τό Κοντάκιον.
΄Ηχος πλ. δ'. Τη Ύπερμάχω...
Τοϋ Άκενώτου Ποτηριού σου τά θαύματα, και των άμετρων δωρεών σου τά δωρήματα, διηγούμενοι οί δούλοι σου καθ’ έκάστην άνυμνοΰμεν την ίσχύν σου την άνίκητον, διασώζεις γάρ έκ μέθης και καπνίσματος, τούς βοώντάς σου χαΐρε νάμα άκένωτον.
Προ δέ των δι’ εύχών. Τό ’Ακόλουθον...
Ήχος γ'. Την ωραιότητα...
Μέθης κρατούμενος, τη ζάλη Στέφανος, τρις έν όράματι, είδε τον όσιον, και θεηγόρον Βαρλαάμ, είπόντα κατ’ επειγόντως. Δράμε ούν καί προσπέσον εις την πόλιν τοϋ Σέρπουχοβ, Κόρης τής Θεόπαιδος, την εικόνα προσκύνησον. «Άκένωτον Ποτήριον», ένθεν έξεις τοϋ πάθους θεραπείαν.
Δίστιχα. ’Ακροτελεύτια.
Άκένωτον Πορήτιον ώς ούσα Θεοτόκε,
τής τυραννίδος των παθών άπάλλαξον σούς δούλους,
μέθης, καπνίσματος, δεινοΰ καί τής ναρκομανίας,
άνάνευσιν παρέχουσα καί νήψιν τής καρδίας,
τοϊς προσκυνοϋσιν εύλαβώς την θείαν σου εικόνα,
ήν έχει πόλις Σέρπουχοβ ή έν 'Ρωσία πλοϋτον,
βοά αίνέσεως φωναΐς ή πένης Ίσιδώρα,
ϊνα χαράς πνευματικής τοΐς δώροις κοινωνοΰσα,
ύμνώ, δοξάζω, προσκυνώ, σέβω καί μεγαλύνω,
Πατέρα άμα τώ Υίώ καί Πνεύματι 'Αγίω,
Τριάδα την άχώριστον, Θεότητα την μίαν,
η πρέπει δόξα καί τιμή εις πάντας τούς αιώνας.
ΑΜΗΝ
ΤΕΛΟΣ
ΘΕΩ ΤΕ ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΙ
ΔΩΜΕΝ ΜΕΓΑΛΩΣΥΝΗΝ.
Ποίημα Καθηγούμενης Ίσιδώρας Μοναχής Άγιεροθείτίσσης.
Άπολυτίκιον. Ήχος πλ. δ'. Τό προσταχθέν...
Ο συσχεθεις έν δεινοΐς, κακοΐς τής μέθης, καί έν δεσμοϊς τοις σκολιοΐς, συμπεφυρμένος, τή σεπτή σου είκόνι δάκρυσι προσπίπτω Παρθένε Θεοκυήτορ καί έκβοώ, ώς πάλαι ήλευθερώσω εκ των δεσμών. Τών τής μέθης τον Στέφανον, έκ ταύτης δεΐξον κάμέ, ελεύθερον του κράζειν σου Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Κοντάκιον. Ήχος πλ. δ'. Tη Ύπερμάχω...
Τοΰ ’Ακένωτου Ποτηριού σου τα θαύματα, και τών άμέτρων άγαθών σου τα δωρήματα, διηγούμενοι οι δοϋλοι σου καθ’ έκάστην άνυμνοΰμεν την ίσχύν σου την άνίκητον, διασώζεις γάρ έκ μέθης και καπνίσματος, τούς βοώντας σου χαΐρε νάμα άκένωτον.
ΟΙ οίκοι.
Αδομέν Σοι τον ύμνον Θεοτόκε Παρθένε καί την Σήν προσκυνοϋμεν εικόνα, (έκ γ') (Ύπεραγία Θεοτόκε σώσον ημάς) την κληθεΐσαν Άκένωτον Ποτήριον καί ταύτην εύλαβώς περιπτυσσόμενοι άναβοώμεν Σοι ταύτα
Χαΐρε τό νάμα τής εύσπλαγχνίας·
χαΐρε τό πόμα τής άληθείας.
Χαΐρε δωρεών άκενώτων θησαύρισμα
χαΐρε αγαθών ούρανίων τό πλήρωμα.
Χαΐρε τών πολεμουμένων ή ανίκητος ισχύς
χαΐρε τών άδικουμένων άκαταίσχυντος ελπίς.
Χαΐρε έκ παθών παντοίων τούς σούς δούλους λυτρουμένη
χαΐρε έκ δεσμών τής μέθης σούς ίκέτας ρυομένη.
Χαΐρε ότι διασώζεις τούς πιστούς έκ πειρασμών
χαΐρε ότι έπακούεις τών δεήσεων ημών.
Χαΐρε Δέσποινα τού κόσμου, Ούρανοΰ καί γης Κυρία
χαΐρε τών άπηλπισμένων ή χαρά και θυμηδία.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Βάρους τών έγκλημάτων καί φορτίου πταισμάτων, λυτροΰσαι τούς Σούς δούλους Παρθένε καί ώς Άκένωτον Ποτήριον ζωής, εύφραίνεις πάντας καί χαροποιείς τούς πάσχοντας· διό προς Σέ έλπίζοντες οί δούλοι Σου βοώμεν τώ Σωτήρυ
’Αλληλούια.
Γέμουσιν άρωμάτων Σου τά πάνσεπτα χείλη, 'Αγνή Θεοκυήτορ Μαρία, τον Υιόν Σου καί Θεόν των όλων άσπασάμενα καί άγκάλαις Μητρικαΐς Αύτόν βαστάσασα, έκχέεις πάσιν δαψιλώς ιάματα, τοϊς πόθω τε Σοι μέλπουσι ταΰτα
Χαΐρε ό πλούτος των πτωχευόντων
χαΐρε ό άρτος πενητευόντων.
Χαΐρε ελεημοσύνης ή ακένωτος πηγή·
χαΐρε τής άγαθωσύνης ή άστείρευτος ροή.
Χαΐρε τάς επαναστάσεις των παθών ή χαλινοΰσα
χαΐρε τούς άπό τής μέθης παρειμένους άνορθοΰσα.
Χαΐρε αύρα άπηχοΰσα των Αγγέλων τάς ωδάς·
χαΐρε λύρα μελωδούσα ουρανίους έπωδάς.
Χαΐρε ότι έπιχέεις τού ελέους σου την χάριν
χαΐρε ότι επιστρέφεις ολισθαίνοντας έκ πλάνης.
Χαΐρε των άμαρτανόντων ιλαρός εγγυητής
χαΐρε των μετανοούντων σύμμαχος ό ευμενής.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Δάκρυσι καί κλαθμοΐς τε Σή είκόνι προσήλθεν, Στέφανος ό μέθυσος πρώην καί εύθύς υγιής τε κατέστη. Διό καί ήμών μη παρίδης δακρύων καί κλαυθμών ικεσίας Πάναγνε, άλλ’ ίάτρευσον πάντας τή μεσιτεία Σου, τούς βοωντας τώ Σώ Υίώ καί Θεώ ημών
Αλληλούια.
΄Έχομεν Σήν εικόνα Θεοτόκε Παρθένε πλούτον και τιμήν αφθαρσίας· καί ώς Άκένωτον Ποτήριον κληθεϊσα άληθώς, έκβλύζεις πάσιν νάματα σωτήρια, τοϊς πόθω τε καί πίστει προσκυνοΰσιν Αύτήν καί έκβοώσιν
Χαΐρε Ποτήριον εύσπλαγχνίας·
χαΐρε τεκμήριον κοινωνίας.
Χαΐρε στολή τής αφθαρσίας λαμπρότευκτος·
χαΐρε πηγή τής άπαθείας χρυσόμορφος.
Χαΐρε ζάλην ή σοβούσα ταΐς φρεσί ναρκομανών
χαΐρε δρόσον ή ποιούσα ταΐς ψυχαΐς των ευσεβών.
Χαΐρε ή τών καπνιζόντων λύουσα τήν άφροσύνην
χαΐρε ή τών μεθυόντων παύουσα παραφροσύνην.
Χαΐρε ή ευεργετούσα τούς σούς δούλους εύμαρώς·
χαΐρε ή χειραγωγούσα τούς τυφλώττοντας προς φώς.
Χαΐρε τής ζωής τό μέγα καί πανασφαλές ταμεΐον
χαΐρε τών καλών τό θειον καί ύπέρκαλλον δοχεΐον.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Ζόφωσιν τήν έχθίστην τής άθλιας άγνοιας, Στέφανος ό μέθυσος έσχεν καί προσελθών τώ άδύτω φωτί τής γνώσεως, προσπίπτων τή θεία Σου είκόνι εύλαβώς, τήν χάριν έξαιτήσατο, ήν έλαβεν ψάλλων
’Αλληλούια.
΄Ηδιστον τό Σόν κάλλος, θαυμαστή ή τιμή Σου καί ή δόξα Σου ώσαύτως μεγίστη. Τής άγάπης τής Σής τό Ποτήριον, άκενώτως πηγάζει τό θειον έλεος και προχέεις αύτό άνεξάντλητον, πάσι τοΐς προς Σε καταφεύγουσιν και έκβοώσιν ταϋτα
Χαΐρε ή άληκτος άγαθότης
χαΐρε μητρώας στοργής χρηστότης.
Χαΐρε Τράπεζα το μάννα τής ζωής ή χορηγούσα
χαΐρε στάχυν ζωηφόρον ένδον σου άρτοποιοΰσα.
Χαΐρε κλίμαξ ή ύψοΰσα άπό γής προς ουρανούς
χαΐρε γέφυρα ένοϋσα τω Θεω αμαρτωλούς.
Χαΐρε παρειμένους πόδας μεθυόντων άνορθοΰσα
χαΐρε καπνιζόντων πάθος τό δεινόν ή άφαιροϋσα.
Χαΐρε ρείθρον τού ελέους ταίς ψυχαΐς πληρωτικόν
χαΐρε μύρον Ποτηριού άκενώτου θαυμαστόν.
Χαΐρε τής έμής καρδίας ή καλλίστη προσδοκία
χαΐρε των κινδυνευόντων ή βεβαία προστασία.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Θάμβους πεπληρωμένοι Παναγία Παρθένε, την θείαν Σου εικόνα όρώμεν. Έξ αύτής γάρ, πηγάζει θαυμάτων τό πέλαγος και ώς τής χάριτος Ποτήριον Άκένωτον, λυτροϋσαι έξαρτήσεων πάντας τούς βοώντας
Άλληλούϊα.
Ιλέων Παναγία ποίησον τον Δεσπότην, δεόμεθα εύχαΐς μητρικαΐς Σου, τοΐς πίστει Σοι Σεμνή καταφεύγουσιν και πόθω εύλαβώς προσκυνοΰσιν τό Σόν έκτυπον. Προς ο έστώτες ψάλλομεν χρεωστικώς τοιαϋτα
Χαΐρε το πέλαγος τής αγάπης·
χαΐρε ό έλεγχος τής άπατης.
Χαΐρε κάλλος τής αγνείας παρ’ Άγγέλοις θαυμαστόν
χαΐρε ΰψος παρθενίας παρ’ 'Αγίοις έφετόν.
Χαΐρε ότι τής αρχαίας έλυσας άράς τον πόνον
χαΐρε ότι προτεραίας έφερες χαράς τον τόνον.
Χαΐρε τής δικαιοσύνης ή ολόφωτος αύγή·
χαΐρε τής άγαθωσύνης ή λαμπρά ανατολή.
Χαΐρε μέθην τής άπατης, πανσθενώς ή καταργούσα
χαΐρε ταΐς καρδίαις μέθην άγαθών ή εμποιούσα.
Χαΐρε θείων χαρισμάτων εύωδέστατος λειμών
χαΐρε Πνεύματος 'Αγίου καθαρώτατος νυμφών.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Κράζω Σοι έν ημέρα και νυκτί άδιστάκτως, Παρθένε Θεοτόκε μοι πρόσχες καί έξ Άκενώτου Ποτηριού Σου δίδου μοι τό έλεος, ϊνα έκ μέθης των παθών άνανήψω καί βοώ την ωδήν
’Αλληλούια.
Λόγοι oi τών ρητόρων ούχ άρκοΰσιν ούδόλως, είπεΐν τα τού τόκου Σου θαυμαστά μεγαλεία. Ούδ’ αί γλώσσαι τών κηρύκων Παρθένε Μαρία δύνανται, Άκενώτου Ποτηριού Σου τά θαύματα διηγήσασθαι διό θάμβει συνεχόμενοι οί δούλοι Σου, κατά χρέος Σοι βοώμεν
Χαΐρε θαυμάτων μέγιστον θαύμα
χαΐρε ’Αγγέλων ύψιστον άρμα.
Χαΐρε τής οικονομίας τοϋ Κυρίου ή σφραγίς·
χαΐρε τής κληρονομιάς παραδείσου ή λαβίς.
Χαΐρε μύρου ούρανίου τό άλάβαστρον τό θειον
χαΐρε θείου ποτηριού τό πολύτιμον χωρίον.
Χαΐρε ότι τή χειρί σου άνιστάμεθα έκ μέθης·
χαΐρε ότι τή στοργή σου έγειρόμεθα έκ λήθης.
Χαΐρε τοϋ πικρού θανάτου καθελοϋσα τα δεσμό
χαΐρε τής ναρκομανίας άφελοϋσα τά δεινά.
Χαΐρε νέκταρ ή ποιούσα τής γλυκείας εύλογίας
χαΐρε βότρυν ή διδοϋσα τής χρηστής εύχαριστίας.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Μέγιστον έτελέσθη καί έξαίρετον θαΰμα, έν πόλει τής Ρωσσίας Σερπούγοφ. Ό γάρ έκ μέθης παραλελυμένος Στέφανος, τή θεία Σου Θεοτόκε είκόνι προσπεσών, ζητήσας δε παρά Σοϋ Άκένωτον Ποτήριον την ϊασιν, καί ταύτην λαβών έψαλλε εύγνωμόνως·
’Αλληλούια.
Νάμασι ζωηρρύτοις πότισόν με Παρθένε έξ Ακένωτου Ποτηριού Σου Κόρη, ΐ'να την δίψαν σβέσω τής καρδίας μου καί πλούτον εΰρω χάριτος· ταΐς αΰραις ταύτης δε καλώς οίακιζόμενος, βοώ Σοι όλοψύχως ταΰτα
Χαΐρε τό πέλαγος τής σοφίας·
χαΐρε ή άγκυρα σωτηρίας.
Χαΐρε νέκταρος αγίου ό πληρέστατος κρατήρ·
χαΐρε θείας άμβροσίας ό καλλίμορφος χρωστήρ.
Χαΐρε ότι τώ σώ τόκω έκτεινας τον μέγαν όφιν
χαΐρε ότι λυπουμένοις έδωκας χαράς την όψιν.
Χαΐρε άμπελος κρατούσα ώσπερ κλήμα τον Χριστόν
χαΐρε ή καρποφορούσα οίνον πάνυ γλυκερόν.
Χαΐρε ή των μεθυόντων παύουσα την άκρασίαν
χαΐρε ή των καπνιζόντων λύουσα την δυσμορφίαν.
Χαΐρε ή έν περιστάσει λύουσα τα άλγεινά
χαΐρε ή των αιχμαλώτων διαθλώσα τα δεσμά.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Ξόανα απώλειας και είδωλα αθεΐας, κατέρριψας τω θείω Σου Τόκω. Τής δ’ άπατης τά φυτά ξηράνασα Πανάχραντε, ψυχάς αρδεύεις των πιστών έκάστοτε, έξ’ Ακένωτου Ποτηριού τοϋ έλέους Σου, τοΐς μέλπουσιν ωδήν έξαίρετον
’Αλληλούια.
Όναρ εΐδεν καθ’ ύπνον έν οΐκτρα καταστάσει Στέφανος ό μέθυσος πρώην, και Όσιου Βαρλαάμ την μορφήν τρις έώρα, προστάττοντα αύτόν καί λέγοντα, εις πόλιν Σερπούγοφ μετάβηθι, εικόνα τής Θεοτόκου προσκύνησον την καλουμένην «Άκένωτον Ποτήριον» ϊνα έκ ταύτης άπό τής μέθης λυθής καί βοήσης τή εύλογημένη·
Χαΐρε ή ϊασις των νοσούντων
χαΐρε το σθένος όδοιπορούντων.
Χαΐρε τούς παραπεσόντας ή έγείρουσα ταχύ
χαΐρε ή τούς παρειμένους άνορθοϋσα παρευθύς.
Χαΐρε ή έν ίκεσίαις κεκτημένη παρρησίαν
χαΐρε ή προς τον Δεσπότην έχουσα την μεσιτείαν.
Χαΐρε της έμής καρδίας ή πληρούσα τούς ειρμούς
χαΐρε των καλών μου πόθων ή εύθύνουσα οδούς.
Χαΐρε ύδατος τού ζώντος ή πληρωτική φιάλη
χαΐρε θλίψεως και φόβου ή σκεδάζουσα την ζάλην.
Χαΐρε σκέπη τού λαού σου ισχυρά και ασφαλής
χαΐρε των θελώντων σωθήναι ή οδός ή άκλινής.
Χαΐρε νάμα Άκένωτον.
Πέλαγος εύσπλαχνίας και λιμήν σωτηρίας, Σύ ει Παρθενομήτορ Μαρία. Διό τούς έν πελάγει τοϋ βίου ναυαγούς διάσωσον, καί εις εΰδιον λιμένα τούτους καθοδήγησον, ϊνα έξ Άκενώτου Ποτηριού Σου μεταλαμβάνοντες βοώσι
Άλληλούϊα.
Ρώννυνται οί νοσοϋντες καί κατ’ άμφω ίώνται, οί πάσχοντες δεινώς Θεοτόκε. Τή σεπτή Σου είκόνι προσπίπτοντες, αίτοΰνται εύλαβώς την άνεσιν καί κάθαρσιν φθοράς τής των παθών Ποτήριον ύπάρχεις γάρ Άκένωτον, διό καί κατευφραίνεις τούς βοώντας Σοι ταϋτα
Χαΐρε ή έγερσις πεπτωκότων
χαΐρε άνάστασις τεθνεώτων.
Χαΐρε τοΐς άπεγνωσμένοις έλεος παρεχομένη
χαΐρε τοΐς ήμαρτηκόσιν άφεσιν έργαζομένη.
Χαΐρε βίβλε γεγραμμένη τώ δακτύλιο τοϋ Θεοϋ
χαΐρε έμψυχε νεφέλη Πνεύματος τοϋ Παντουργοϋ.
Χαΐρε τάξεων άΰλων ή χαριεστάτη λύρα
χαΐρε ή τοϋ παραδείσου διανοίξασα την θύραν.
Χαΐρε έαρος τοϋ θείου ή λαμπρή ανατολή·
χαΐρε τής καινής ήμέρας ή ανέσπερος αύγή.
Χαΐρε των σαλευομένων έν δεινοΐς ό μέγας στύλος
χαΐρε άγωνιζομένων άσφαλής καί θείος πύργος.
Χαΐρε νάμα άκένωτον
Ούγχυσιν έκ τής μέθης καί παθών άκρασίαν, Στέφανος ό δύστηνος έσχεν. Άλλα τή θεία Σου εϊκόνι προσελθών, Θεοτόκε Άκένωτον Ποτήριον, άνάνηψιν κτησάμενος καί χαράς άφράστου έμπλησθείς, έβόα
Αλληλούια.
Τάγματα των Αγγέλων ύπερβαίνεις τή δόξη Παρθένε Θεοτόκε Μαρία καί Πλατυτέρα ούρανών ύπάρχουσα, τούς έν κόσμω κειμένους διάσωσον παρέχουσα τής χάριτος ιάματα, είς πάντας τούς προστρέχοντας καί κράζοντας πιστώς Σοι ταΰτα
Χαΐρε εύπρέπεια των Αγγέλων
χαΐρε ή εύκλεια των Δικαίων.
Χαΐρε ό τής παρθενίας καθαρώτατος λειμών
χαΐρε ή τής σωφροσύνης άδιάφθορος εΐκών.
ί Χαΐρε ή επαγγελίας είς τήν γήν καθοδηγούσα
χαΐρε ή παρηγοριάν τής έλπίδος βεβαιοΰσα.
Χαΐρε των παθών σοβούσα τυραννίδα τήν σκληράν
χαΐρε άρετών φορούσα πορφυρίδα τήν λαμπρόν.
Χαΐρε πόδας μεθυσκόντων άνορθοΰσα τή χειρί σου
χαΐρε άλγη καπνιζόντων ή ρωννύουσα στοργή σου.
Χαΐρε ότι εξαλείφεις τών τραυμάτων τάς ούλάς
χαΐρε ότι καταρρίπτεις φάλαγγας δαιμονικός.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
΄Υδατα ζωηφόρα έκ πηγής καθαράς Σου, έκβλύζουσιν άεί Θεοτόκε και ώς Άκένωτον Ποτήριον, εύφροσύνης πλημμυρεϊς τούς είς Σε έλπίζοντας. Αύτήν οΰν και ημείς έκτενώς έκζητοΰντες, βοώμεν τώ Κυρίω
Αλληλούια
Φράττονται των άθεων τα απύλωτα χείλη, όρών των εξαίσιων θαυμάτων Σου τό πλήθος· πιστών δε μεγαλύνονται στόματα, μεγαλεία τα Σά διηγούμενα όθεν μεγαλοφώνως καί ημείς βοώμεν καί λέγομεν άκαταπαύστως Σοι τοιαϋτα
Χαΐρε τό λύτρον τής σωτηρίας
χαΐρε τό λίκνον τής ευδοκίας.
Χαΐρε ή συνυπουργοϋσα τώ Θεώ ύπέρ ήμών
χαΐρε ή εργαζόμενη τοϊς άνθρώποις τό καλόν.
Χαΐρε πύλη μετάνοιας ανοικτή έν άγαθοΐς
χαΐρε τών άμαρτανόντων είσοδος ή εύχερής.
Χαΐρε ότι διορθοΰνται διά σοϋ οί έπταικότες
χαΐρε ότι σή δυνάμει εύρον χάριν οί πεσόντες.
Χαΐρε τών παραπαιόντων έν τή μέθη ίλασμός
χαΐρε τών ταραττομένων έν ταΐς ζάλαις στηριγμός.
Χαΐρε ή τής συμπάθειας καθιστώσα την λυχνίαν
χαΐρε τής σκληροκαρδίας άμαυροΰσα την σκοτίαν.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Χαίρουσι ορθοδόξων τά φιλόχριστα πλήθη, τή σκέπη Σου Παρθένε Μαρία. Ημείς δε κατέχοντες τής Παναγίας Σου μορφής τό θειον έκτυπον, όν καλοϋμεν Άκένωτον Ποτήριον, καί τοϋτο προσκυνοΰντες εύλαβώς, βοώμεν άξιοχρέως
Αλληλούια.
Ψαύοντες Ποτηριού Άκενώτου Σου Κόρη, την άέναον βρύουσαν χάριν, καί χείλεσι καρδίας βοώμεν έκτενώς, χαράς έμπλησον ημάς, καί τής πικρίας τών παθών άπάλλαξον, σωτηρίαν ψυχής καί σώματος δωρουμένη τοΐς βοώσι Σοι ταϋτα
Χαΐρε άλάβαστρον τό ώραΐον
χαΐρε όσφράδιον Βασιλέως.
Χαΐρε Λόγου θεανθρώπου ή ολόφωτος σκηνή·
χαΐρε πνεύματος Αγίου μυροθήκη πιστική.
Χαΐρε ή τών δυστυχούντων ιλαρά παρηγοριά
χαΐρε τών έπαπορούντων ή καλή περιουσία.
Χαΐρε ό τής αφροσύνης έλεγχος καί χαλινός
χαΐρε τών ναρκομανών τε ή πυξίς προς τον Θεόν.
Χαΐρε καπνιστών αισθήσεις ή καλώς μεταποιοϋσα
χαΐρε νήψεως είς όρη ή αύτούς καθοδηγούσα.
Χαΐρε χάριτος ό οίνος ό μεθύων τάς ψυχάς
χαΐρε ή τού παραδείσου ευπροσήγορος παστάς.
Χαΐρε νάμα άκένωτον.
Ω πανύμνητε Κόρη, Θεοτόκε Μαρία, Άκένωτον Ποτήριον ουσα (έκ γ') (Ύπεραγία Θεοτόκε σώσον ήμάς) ζωαρχικής πηγής τε κρήνη ή γλυκύροος, εΰφρανον ήμάς δρόσω τού ελέους Σου καί μέθης δεινής, παραισθησιογόνων ούσιών καί τού καπνίσματος άπάλλαξον, ΐνα τό κάλλος τού προσώπου Σου όρώμεν, τό άκατάληπτον και μέλπομεν άξίως τό
’Αλληλούια.
Και πάλιν τό Κοντάκιον.
΄Ηχος πλ. δ'. Τη Ύπερμάχω...
Τοϋ Άκενώτου Ποτηριού σου τά θαύματα, και των άμετρων δωρεών σου τά δωρήματα, διηγούμενοι οί δούλοι σου καθ’ έκάστην άνυμνοΰμεν την ίσχύν σου την άνίκητον, διασώζεις γάρ έκ μέθης και καπνίσματος, τούς βοώντάς σου χαΐρε νάμα άκένωτον.
Προ δέ των δι’ εύχών. Τό ’Ακόλουθον...
Ήχος γ'. Την ωραιότητα...
Μέθης κρατούμενος, τη ζάλη Στέφανος, τρις έν όράματι, είδε τον όσιον, και θεηγόρον Βαρλαάμ, είπόντα κατ’ επειγόντως. Δράμε ούν καί προσπέσον εις την πόλιν τοϋ Σέρπουχοβ, Κόρης τής Θεόπαιδος, την εικόνα προσκύνησον. «Άκένωτον Ποτήριον», ένθεν έξεις τοϋ πάθους θεραπείαν.
Δίστιχα. ’Ακροτελεύτια.
Άκένωτον Πορήτιον ώς ούσα Θεοτόκε,
τής τυραννίδος των παθών άπάλλαξον σούς δούλους,
μέθης, καπνίσματος, δεινοΰ καί τής ναρκομανίας,
άνάνευσιν παρέχουσα καί νήψιν τής καρδίας,
τοϊς προσκυνοϋσιν εύλαβώς την θείαν σου εικόνα,
ήν έχει πόλις Σέρπουχοβ ή έν 'Ρωσία πλοϋτον,
βοά αίνέσεως φωναΐς ή πένης Ίσιδώρα,
ϊνα χαράς πνευματικής τοΐς δώροις κοινωνοΰσα,
ύμνώ, δοξάζω, προσκυνώ, σέβω καί μεγαλύνω,
Πατέρα άμα τώ Υίώ καί Πνεύματι 'Αγίω,
Τριάδα την άχώριστον, Θεότητα την μίαν,
η πρέπει δόξα καί τιμή εις πάντας τούς αιώνας.
ΑΜΗΝ
ΤΕΛΟΣ
ΘΕΩ ΤΕ ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΙ
ΔΩΜΕΝ ΜΕΓΑΛΩΣΥΝΗΝ.
- Παρακλητικός Κανών εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον την Καλούμενην Ακένωτον Ποτήριον
- Εύχαι Παρακλητικοί εις την Ύπεραγίαν Θεοτόκον την καλουμένην Άκένωτον Ποτήριον.
- Χαιρετισμοί εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον του Καζάν
- Χαιρετισμοί εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον την Μυροβλύτισσαν την εν Άνδρω
- Ιστορικόν της Ιεράς εικόνος της Υπεραγίας Θεοτόκου της Επονομαζόμενης Ακένωτον Ποτήριον
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης