Πήγαινε κάτω
Γιώργος
Γιώργος
Author
Αριθμός μηνυμάτων : 1758
https://www.proseyxi.com

Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Κυπαρισσιωτίσσης και Αγίου Ιεροθέου Μεγάρων Empty Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Κυπαρισσιωτίσσης και Αγίου Ιεροθέου Μεγάρων

Σαβ Νοε 17, 2012 1:36 am
Φήμη μηνύματος : 100% (2 ψήφοι)
Ιερά Μονή Κοιμήσεως Θεοτόκου Κυπαρισσιωτίσσης και Αγίου Ιεροθέου Μεγάρων

ΣYNTOMON IΣTOPIKO

H Ιερά Μονή αύτη, ευρίσκεται εις την B.A. κλιτύν των Γερανείων, εις την από παλαιοτέρα γνωστή τοποθεσία «Δερβένι», και εις απόστασιν οκτώ περίπου χιλιομέτρων από τα Μέγαρα. Εκτίσθη μεν το πρώτον, κατά τον 11ον αιώνα. Ως ιδρυτής της, κατά μίαν ιστορικήν άποψιν, θεωρείται ο Όσιος Μελέτιος, ο εν Κιθαιρώνι ασκήσας, ο κτίσας τας περισσοτέρας Μονάς, εγγύς και πέριξ του Κιθαιρώνος.

Το Καθολικόν της Ιεράς Μονής, είναι κτίσμα καθαρά Βυζαντινής τέχνης. Ναός μικρός, ρυθμού Βασιλικής σταυροειδούς μετά τρούλου, της μεσοβυζαντινής εποχής, με πρόναο και μικρό παρεκκλήσιον εις την βορείαν πλευράν, που συνδέονται με τον κυρίως Ναό. Παρόλο που ο Ναός είναι ταπεινός, διαθέτει πλούτον αγιογραφικόν, εξεχούσης σημασίας και σπανιότητος. Θαυμασιωτέρα όλων, είναι η αγιογραφία του Τρούλου, «όπου παριστάνεται ο Κύριος ολοσωμος, ένθρονος, με εκτεταμμένην την δεξιάν χείραν, και καταστόλιστον τον θρόνον και το υποπόδιον των ποδών Του. Κατωθεν Αυτού, και μετά την ωραιοτάτην διακόσμησιν (σασανιδικόν ανθέμιον), υπάρχουν σε στρογγυλή παραστάση η Θεοτόκος και η Ετοιμασία του Θρόνου, καθώς και σύνολον αγγέλων γονατιστών - δεομένων, και αγγέλων στηθαίων (ων τα ονόματα εκ της Παλαιάς Διαθήκης Γιήλ και Γιδαήλ, που πολύ σπάνια συναντώνται) υπογραμμίζουν τον ρόλο του Παντοκράτορα ως Κυριάρχου του σύμπαντος. Επίσης, μεταξύ των οκτώ προφητών, που εικονίζονται ανάμεσα σε ισάριθμα παραθύρα στο τύμπανο του τρούλου, κατέχει εξέχουσαν θέσιν ο Μωϋσής, καθώς και ο προφητάναξ Δαβίδ, προσδίνοντας μεγαλοπρέπειαν, στο θαυμαστό αυτό εικονογραφικόν αριστούργημα, που χρονολογείται περί τούτου μελέτην εξέδωκεν η αείμνηστος Ντούλα Μουρίκη εις το περιοδικόν Αρχαιολογικά Αναλεκτά (τόμον XI, τεύχος I, σελ. 115-136, Αθήναι 1978).

Έμπροσθεν του κυρίως Ναού υψούται μεγαλοπρεπές κωδωνοστάσιον, που αποτελεί συνέχεια του προνάου, ως συνδεόμενο μετ' αυτού. Εις τον θόλον του πρώτου εκ των τριών ορόφων του κωδωνοστασίου τούτου, εικονογραφείται η Θεοτόκος στεφανουμένη υπό της Αγίας Τριάδος, και κατωθεν Αυτής, πολλοί από τους προφήτας και τους υμνωδούς που την ύμνησαν. Οι τοιχογραφίες αυτές ανάγονται εις τον 17ον αιώνα, με μικράν επιδράσιν από την αναγέννησιν. Κατά την άποψιν των αρχαιολόγων, οι μαρμάρινοι κίονές που στηρίζουν το κωδωνοστάσιον, είναι παλαιού ναού ειδώλων, πράγμά που μαρτυρεί την ιστορικότητα του χώρου σαν τόπου λατρείας. Και κατ' αυτόν τον τρόπον τεκμηριώνεται η άποψις ότι ο σημερινός ναός κτίσθηκε στην θέση ενός πρωτοχριστιανικού ναού, που έκαναν οι πρώτοι χριστιανοί, γκρεμίζοντας τον ειδωλικόν. Κατά τους σεισμούς του 1981 (25-2-81), κατέρρευσε ο τρίτος όροφος του καμπαναριού και ήτο επικίνδυνος και ο δεύτερος όροφος. Έτσι, κατόπιν ειδικής αδείας των αρχαιολόγων, δαπάναις της ιεράς Μονής, το 1992, ανηγέρθη εκ νέου το κωδωνοστάσιον, κατά το σχέδιον και το μέγεθος του παλαιού, που υπερβαίνει εις ύψος και μεγαλοπρέπεια τον ταπεινό Ναό - Καθολικόν.

Εις το νότιον μέρος του ναού, και εφαπτόμενος μετ' αυτού υπάρχει ο τάφος του Αγίου Ιεροθέου του πρώτου επισκόπου των Αθηνών. Και επάνω εις τον τάφον, ακριβώς διπλά στον τοίχο του ναού διασώζεται θαυμαστώς μία ροδιά, εκ του καρπού της οποίας τελούνται πολλά θαύματα, εις τους προσερχομένους μετά πίστεως.

Παραπλεύρως του τάφου υπάρχει μνημείον θολωτόν, όπου εικονογραφούνται εις μεν το μέσον η Θεοτόκος δεομένη και ο Κύριος ευλόγων, εκατέρωθεν δε, οι ιεράρχες των Αθηνών Ιερόθεος και Διονύσιος οι Αρεοπαγείτες. Το μνημείον αυτό ανήγειραν οι πατέρες της Μονής τον 15ον αιώνα, εις ανάμνησιν του μεγάλου θαύματος, ότε διέσωσεν αυτούς η Θεοτόκος από τον κίνδυνο των πειρατών, αφού οι Μοναχοί (είκοσι τον αριθμόν) ανέβηκαν εις ένα κυπαρίσσι, κρατώντας την εικόνα της. Όθεν η επωνυμία «KYΠAPIΣΣIΩTIΣΣA».

Το έτος 1834, οι δύο-τρεις πατέρες-μοναχοί που είχαν απομείνει μετά τον αγώνα της Ελληνικής Επαναστάσεως, αναγκασμένοι από το διάταγμα του αντιβασιλέως Όθωνος, που προέβλεπε όσες Μονές είχαν κάτω από πέντε μοναχούς να κλείνουν και να συγκεντρώνονται οι μοναχοί στις Μονές που αριθμούσαν περισσοτέρους των πέντε μοναχούς, εγκατέλειψαν τον ιερόν τούτον χώρον, και συνεχωνεύθησαν με τους πατέρες της Ιεράς Μονής Φανερωμένης Σαλαμίνος, μεταφέροντας εκεί τα ιερά Λείψανα, και κάθε τι άλλο πολυτιμο προς διαφύλαξιν.

Έτσι η ιερά Μονή ερημώθηκε για έναν ακριβώς αιώνα. Εχάθηκαν και τα χειρόγραφά που θα μας μαρτυρούσαν λεπτομερώς την ιστορίαν της παλαιάς Βυζαντινής-ανδρώας Μονής.

H Ιερά Μονή επανεσυστάθη ως γυναικεία την 27ην Οκτωβρίου 1930 τη ευλογία και πατρική συμπαραστάσει του Αρχιεπισκόπου Αθηνών κ. Χρυσοστόμου Παπαδοπούλου και του Μητροπολίτου Αττικής και Μεγαρίδος κ.Ιακώβου Βαβανάτσου. H ανασύστασις αύτη ενεκρίθη υπό της Ελληνικής Δημοκρατίας και εδημοσιεύθη εις την εφημερίδα της Κυβερνήσεως της 31/1/1933, τεύχος I, αριθ. φύλλου 28, Διάταγμα 4, και υπεγράφη υπό του Προέδρου Αλεξάνδρου Ζαΐμη και του υπουργού Παιδείας κ. Μυλώνα. Παρά δε της Αρχιεπισκοπής Αθηνών ενεκρίθη την 7-2-1933 (αριθ. πρωτ. 596, διεκπ. 435).

Επανιδρυτής της Ιεράς Μονής ήτο ο αρχιμανδρίτης Πέτρος Ηλία Βλοτίλδης (1889-1950), που κατήγετο από την πόλη Σμύρνη της M. Ασιάς, και διετέλεσε εφημέριος εις τον I. Ναόν Αγίου Αρτεμίου της Γούβας από το 1922 έως το 1930 που εγκατεστάθη εις την Μονήν με την ολιγάριθμον συνοδείαν των Μοναζουσών που εποίμαινε. Ηγήθη του πολυμόχθου αγώνος της επανιδρύσεως και ανήλωσε εαυτόν εις το πολυπλευρο έργον του ως πνευματικού και Γέροντος. Τη εγκρίσει του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Αττικής και Μεγαρίδος κ. Ιακώβου, υπήκουσε εις την προτροπήν του θρησκευτικού επιθεωρητού των φυλακών Αρχιμανδρίτου Προκοπίου Παπαθεοδώρου, και ίδρυσε το τάγμα των εν Κεντρικαίς Γυναικείαις Φυλακαίς και Αναμορφωτικαίς Σχολαίς υπηρετουσών Μοναζουσών, κατά το έτος 1937, που επί είκοσι και πλέον έτη διηκόνησαν αόκνως τας φυλακισμένας γυναίκας, δώσασαι παράδειγμα αμέμπτου βιοτής και πολιτείας θεοφιλούς.

H Ιερά Μονή προσέφερε πολλάς υπηρεσίας και εις τας δυσκόλους ημέρας του πολέμου και της Γερμανικής Κατοχής (1940-1944). Εις ένα γειτονικόν σπήλαιον, μόλις λίγα μέτρα έξω από την Μονήν εκρύπτοντο είκοσι Άγγλοι στρατιώτες-σύμμαχοι, τους οποίους εβοηθούσαν ποικιλοτρόπως αι μοναχαί δια τροφίμων, φαρμάκων και άλλων αναγκαίων με κίνδυνο της ιδίας της ζωής των. Μάλιστα τους επεσκέπτετο συχνά και η πρωτεργάτις του αντιστασιακού αγώνος Λέλα Καραγιάννη, που αφηγείται λεπτομερώς την συνάντηση με την τότε Ηγουμένη Μοναχή Ιεροθέα. (Βλέπε: Χρηστού Ζαλοκώστα «Το Χρονικό της Σκλαβιάς», σελ. 22-24). Δια τούτο απένειμεν εις την Μονήν δια τας υπηρεσίας της εις τον αντιστασιακόν αγώνα, ένα Αναμνηστικόν Μεταλλιον Εθνικής Αντιστάσεως 1941-1945 τη 13-4-1961, και ένα χρυσούν Μεταλλιον της Αντιστασιακής Οργανώσεως Μπουμπουλίνα - Λέλα Καραγιάννη τη 8-9-1991.

Εις το ημιυπόγειον παρεκκλήσιοιν του Αγίου Αποστόλου Πέτρου, το ευρισκόμενον παραπλεύρως του Καθολικού της Ιεράς Μονής, εφιλοτεχνήθησαν ψηφιδωτά αρίστης τεχνοτροπίας μεταξύ των ετών 1970-1978, επειδή η πολλή υγρασία του χώρου κατέστρεφε κάθε απλή τοιχογραφία. Κατωθεν του παρεκκλησίου τούτου, ευρίσκεται μικρά κατακόμβη, την οποία έσκαψαν με προσωπικό μόχθο αι Μοναχαί περί το έτος 1949, κατ' εντολήν και υπόδειξιν του Γέροντος-επανιδρυτού π. Πέτρου Βλοτίλδη, ότε έλαβεν την έσωθεν πληροφορίαν ότι εγγίζει η εκδημία του προς Κύριον. Εις το βόρειον μέρος αυτής της κατακόμβης, ευρίσκεται ο τάφος του Γέροντος, «όπου ελειτούργησε ο ίδιος δύο φορές προτού κοιμηθή εν Κυρίω, αφήσας τας τελευταίας πνευματικάς νουθεσίας. Εις την ιδίαν κατακόμβην, φυλάσσονται και τα οστά των Μοναζουσών, αι δε κάρες αυτών φυλάσσονται εις ιδικάς θυρίδας επί του δυτικού τοίχου της Κατακόμβης, που αναγράφεται το όνομα εκάστης κοιμηθείσης. Εις δε τον ανατολικόν τοίχον αυτής της Κατακόμβης υπάρχουν δύο θαυμάσιες ψηφιδογραφίες της Σταυρώσεως του Κυρίου και της προσωπογραφίας του γέροντος π. Πέτρου, που ετελειώθη εν Κυρίω την 2αν Οκτωβρίου 1950.

«Ένα από τα πλέον αξιόλογα κτίσματα της παλαιάς Βυζαντινής Μονής, που σώζεται μέχρι σήμερα σχεδόν αμετάβλητο, είναι το λεγόμενο «Φωτάναμα», που σήμερα χρησιμεύει σαν Τράπεζα των Μοναζουσών. Ελέγετο έτσι διότι εχρησιμοποιείτο από τους παλαιούς Μοναχούς σαν τόπος θερμάνσεως και αναπαύσεως κατά την διαρκεια των μακροωρών νυχτερινών Ακολουθιών, καθώς και σαν τόπος συζητήσεως των πνευματικών των ζητημάτων. Ως εκ τούτου σώζονται μέχρι σήμερα αφ' ενός η οπή του καπνοδόχου θερμάνσεως των, αφ' ετέρου τα γύρωθεν χαμηλά λίθινα πεζούλια με ξυλίνη επένδυνση. Το «Φωτάναμα» τούτο είναι αίθουσα υψηλή καμαροσκέπαστος, μήκους 8 μέτρων, πλάτους 3,95 μέτρων και ύψους 4,55 μέτρων, ευρισκομένη δυτικά του Καθολικού, ακριβώς απέναντι του νάρθηκα και εις απόστασιν δώδεκα περίπου μέτρων από αυτόν. Παλαιές τοιχογραφίες στον χώρο αυτό δεν ευρέθησαν. Το έτος 1975 αγιογραφήθηκε στο σύνολό του αυτός ο χώρος με παραστάσεις ολοσωμων Αγίων, και διευρύνθησαν τα μικρά ανατολικά παραθύρα. Περί του «Φωτανάματος» τούτου, ως πλησιέστερου στην Αθήνά που σώζεται μέχρι σήμερα, έγραψε παλαιοτέρα ο καθηγητής Αναστάσιος Ορλάνδος, το 1926, που ατυχώς δεν διεσώθη. Αργότερον όμως εμελέτησαν τούτο οι: I) Μιχαήλ Γκητάκος («Μαθήματα Χριστιανικής και Βυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης», εν Αθήναις 1975, σελ. 582) και 2) Κων/νος N. Ξενογιάννης: «Το Φωτάναμα της Βυζαντινής Μονής Αγίου Ιεροθέου Μεγάρων», που ανεκοίνωσε εις το 7ον Διεθνές Συνέδριον της Επιστημονικής Εταιρείας Παραδοσιακών Σπουδών (Αθήναι 14-17 Μαίου 1981), και εξέδωκεν αργότερον εις αυτοτελές μικρόν τεύχος, με πλουσίας παραπομπάς που ολοκληρώνουν την μελέτην του.

Βορείως και ανατολικώς του Καθολικού, σώζονται σχεδόν αμετάβλητες (με μικράς εξωτερικάς επιδιορθώσεις) δύο πτέρυγες παλαιών κτιρίων (κελλία των πατέρων, παλαιόν Ηγουμενείον, Γεροντικόν, θυρωρείον κ.λ.π.) με θολωτές στέγες, χαμηλές πόρτες και μικρά παραθύρα, που μαρτυρούν το ασκητικόν πνεύμα και το ταπεινόν φρόνημα των παλαιών Μοναχών.

Μετά το 1930, αι Μοναχαί ήρχισαν να ανεγειρούν εκ νέου διάφορα κτίρια προς κάλυψιν των αναγκών τους. Και εν πρώτοις ανοίξαν εις το κέντρον σχεδόν της μικράς αυλής πηγάδι, «όπου ανευρόν νερό εις βάθος 33ων μέτρων, και προσελκύει το βλέμμα του εισερχομένου καθότι εκτίσθη γύρωθεν με παλαιές πέτρες. Επίσης μεταξύ των καινουργιών κτισμάτων, δεσπόζει ο μικρός αλλά μεγαλοπρεπος Ναός της Αγίας Φιλοθέης της Αθηναίας, που ανηγέρθη περί το 1970. Εις το πλησίον του περιβόλου της Μονής μικρόν σπήλαιον εγκαινιάσθη το 1967 ο μικρός ναός του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου, και σήμερον επιχειρείται η ανέγερσις ναού επ' ονόματι του Αγίου Μάρκου του Αθηναίου, εις το ακριβώς διπλανόν σπήλαιον.

Επίσης εις την δικαιοδοσίαν της Μονής ανήκουν και τα παλαιόθεν παραχωρηθέντα δια νομίμων συμβολαίων εξωκκλήσια του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου (όπου διασώζονται μέχρι σήμερον μισοκατεστραμμένες τοιχογραφίες του 16ου αιώνος), και του αγίου ευαγγελιστού Λουκά, που κτίσθηκε το πρώτον και εγκαινιάσθη το 1878, ανηγέρθη δε προσφάτως εκ νέου, λόγω των ζημιών εκ του μεγάλου σεισμού του έτους 1981. Τα εξωκκλήσια αυτά ευρίσκονται εις απόστασιν ολίγων χιλιομέτρων από την Μονή.

Εις την Ιεράν Μονήν ανηκεί και το Μετόχιον της Αγίας Βαρβάρας εις τον κάμπο (Ελαιώνα) των Μεγάρων. O Ναός ούτος είναι κτίσμα του 15ου αιώνος, πολύ μικρών διαστάσεων, αλλά μεγάλης αρχαιολογικής αξίας λόγω του οκταγωνικού τρούλου κωνικής μορφής. O μικρός ούτος Ναός ανήκε παλαιοτερον εις τον ενοριακόν Ναόν Αγίας Παρασκευής Μεγάρων.

Από της 24ης Οκτωβρίου 1969, δια του υπ' αριθ. 6082 συμβολαίου (Υποθηκοφυλάκιον Μεγάρων α.α. 3862/6-11-1969), παρεχωρήθη οριστικώς και αμετακλήτως εις την Ιεράν ταύτην Μονήν, δια δωρεάς υπογραφείσης παρά του εφημερίου ιερέως Νικολάου Μπέη, της Ηγουμένης Ευλογίας Παπαθεωδώρου και των παρόντων συμβολαιογράφων, ίνα χρησιμεύση ως Μετόχιον της Ιεράς Μονής. Από της 28ης Μαρτίου 1970, εγκατεστάθησαν εκεί τρεις Μοναχαί, και ήρχισαν την κτιριακήν συγκρότησιν. Ήγειραν μετ' ολίγον έτερον Ναόν, πολύ μεγαλύτερον και μεγαλοπρεπέστερον, επ' ονόματι του Αγίου Νεκταρίου επισκόπου Αιγίνης, και ολοκληρώσαν προ ολίγων ετών την αγιογράφησίν του. Επίσης προσέθεσαν εις τον περίβολον και άλλα αναγκαία κτίρια, όπως τράπεζα των Μοναζουσών και των ξένων, κελλία, χώρους φιλοξενίας κ.λ.π., και ασκούνται υποτασσόμεναι εις την Ηγουμένην της κυριάρχου Μονής, εις το Μοναχολόγιον της οποίας είναι εγγεγραμμέναι.

O πολυτιμότερος θησαυρός της παλαιφάτου Μονής ταύτης, είναι η θαυματόβρυτος Κάρα του Αγίου Ιεροθέου, που αναπέμπει ευωδίαν άρρητον, και πληροί μυστικής ευφροσύνης τους ευλαβείς προσκυνητάς της. Προσφάτως δε, έσωσε την Μονήν από τον κίνδυνο της μεγάλης πυρκαϊάς, την 8ην Ιουλίου 1988, όταν οι φλόγες έφθασαν εις την πόρταν της Μονής.

H Ιερά Μονή πανηγυρίζει δις του έτους: την 15ην Αυγούστου, και την 4ην Οκτωβρίου. Αριθμοί 16 Μοναχές, υπό την καθοδήγησιν της Καθηγουμένης Ταβιθά Σεντουκίδου, που είναι η 4η κατά σειράν Ηγουμένη από της ανασυστάσεως της Μονής εις γυναικείαν. H Μονή αύτη είναι η αρχαιοτέρα από τις γυναικείες επανιδρυθείσες Μονές της Μητροπολιτικής Επαρχίας, ο δε Ναός-Καθολικόν αυτής, ο αρχαιότερος μετά την Μονήν Δαφνίου. Αξίζει δε να σημειωθεί εν κατακλείδει, ότι χάρις στις εργασίες του τμήματος Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, που έγιναν τον Δεκέμβριο του 1980, και επεμελήθησαν την στήρηξιν και ανακεράμωση του Τρούλου, εσώθη ο Ναός εκ του σεισμού του 1981. Ολίγον ενωρίτερον δε, (το έτος 1978), δια πολυμόχθου εργασίας των αυτών αρχαιολόγων, ήλθαν εις το φως οι θαυμάσιες τοιχογραφίες του τρούλου και του κυρίως ναού που είχαν καλυφθεί με πολλά στρώματα ασβέστου, για να μας φανερώσουν μέρος τι, από το κάλλος και το μεγαλείον της παλαιάς Μονής ταύτης.




Πηγή
enhmerwsh.info
Επιστροφή στην κορυφή
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης